Τον τελευταίο καιρό, εν όψει των εκλογών, έχει τεθεί ως θέμα στη δημόσια αντιπαράθεση η σχέση μεταξύ άμεσης και έμμεσης φορολογίας και το ποσοστό συμβολής καθεμιάς τους στον προϋπολογισμό του Κράτους.
Οι φόροι που όλοι πληρώνουμε διακρίνονται σε έμμεσους, αυτούς που επιβάλλονται αδιάκριτα και ανώνυμα, στην εγχώρια κατανάλωση Αγαθών/Υπηρεσιών και στις εισαγωγές, και σε άμεσους, αυτούς που επιβάλλονται ονομαστικά στο εισόδημα των φυσικών και νομικών προσώπων και στην ακίνητη περιουσία (ΕΝΦΙΑ μεταβιβάσεις, γονικές παροχές κληρονομιές κλπ.).
Η διάκριση αυτή γινόταν πάντα με κριτήριο ότι οι άμεσοι φόροι δεν μετακυλίονται, σε αντίθεση με τους έμμεσους φόρους που μετακυλίονται στον τελικό καταναλωτή. Σήμερα όμως πρακτικά όλοι οι φόροι μετακυλίονται, και αυτό πρέπει να λαμβάνεται σοβαρά υπόψη στην εκτίμηση των επιπτώσεών τους στην οικονομία.
Ποιοι φόροι είναι κοινωνικά πιο δίκαιοι; Οι άμεσοι ή οι έμμεσοι;
Σαφώς είναι οι άμεσοι φόροι, αφού ο καθένας μας φορολογείται ανάλογα με τα εισοδήματα του. Όμως το μισό του συνολικού ποσού που εισπράττει το κράτος από φόρους εισοδήματος πληρώνεται από το 5 % μόνο των φορολογουμένων και το άλλο μισό από το 95%. Αντίθετα όταν αγοράζουμε μια φραντζόλα ψωμί ή ένα πακέτο τσιγάρα, είτε έχεις μεγάλο εισόδημα είτε έχεις μικρό εισόδημα θα πληρώσεις ακριβώς τον ίδιο έμμεσο φόρο (Φ.Π.Α.)
Η σχέση μεταξύ του ύψους των άμεσων και των έμμεσων φόρων στη χώρα μας είναι ετεροβαρής. Οι έμμεσοι φόροι είναι περισσότεροι (57% των συνολικών) και οι άμεσοι λιγότεροι (43%). Στην Ευρωπαϊκή ένωση, η Ελλάδα έχει τους υψηλότερους έμμεσους φόρους που φτάνουν το 17,3 % του Α.Ε.Π.
Συγκεκριμένα ανά κατηγορία φορολογικών εσόδων η κατάσταση έχει ως εξής:
Στην φορολογία εισοδήματος φυσικών προσώπων η Ελλάδα έχει μερίδιο 15% έναντι 23% που είναι ο μέσος όρος του Ο.Ο.Σ.Α. Αιτία η συρρίκνωση των εισοδημάτων λόγω των συνεχών κρίσεων (οικονομική, υγειονομική, πόλεμος) αλλά και η εκτεταμένη φοροδιαφυγή.
Στην φορολογία νομικών προσώπων η Ελλάδα βρίσκεται στο 6% έναντι 10% που είναι ο μέσος όρος των χωρών του Ο.Ο.Σ.Α. Η μείωση του φορολογικού συντελεστή στο 22% έχει δημιουργήσει κίνητρο για αύξηση της φορολογητέας ύλης.
Στις ασφαλιστικές εισφορές, η χώρα αντλεί το 31% των συνολικών εσόδων έναντι 26% στις χώρες-μέλη του Ο.Ο.Σ.Α.
Στους φόρους ακινήτων είμαστε στο 8% έναντι 6%, αλλά με την προσπάθεια μείωσης του ΕΝΦΙΑ θα υπάρξει κάποια εξισορρόπηση.
Ο Φ.Π.Α. παρά τους υψηλούς συντελεστές του, αποδίδει φορολογικά κοντά στον μέσο όρο (21% έναντι 20%).
Στους ειδικούς φόρους κατανάλωσης παρατηρείται η μεγαλύτερη στρέβλωση με το 19% έναντι 13% στον Ο.Ο.Σ.Α.
Στους ειδικούς φόρους κατανάλωσης διακρίνεται η μεγαλύτερη δημοσιονομική εξάρτηση της χώρας. Ο ειδικός φόρος στην αμόλυβδη βενζίνη είναι δυο φορές μεγαλύτερος από τον ελάχιστο φόρο που εφαρμόζεται στη Ε.Ε., στο πετρέλαιο θέρμανσης είναι 14 φορές μεγαλύτερος, ενώ ο συντελεστής του Φ.Π.Α. (24%) συγκαταλέγεται στους 3-4 υψηλότερους στην Ευρώπη.
Ο λόγος της δημοσιονομικής εξάρτησης της χώρας από την έμμεση φορολογία είναι πως το 70% των φορολογουμένων δηλώνει εισόδημα κάτω από το αφορολόγητο όριο και δυο στους τρεις επαγγελματίες εμφανίζουν ζημιές. Όπως σημειώσαμε πιο πάνω οι φόροι εισοδήματος φυσικών προσώπων αποδίδουν στην Ελλάδα το 15% των συνολικών φορολογικών εσόδων, όταν ο μ.ο. για τις χώρες-μέλη του Ο.Ο.Σ.Α. βρίσκεται στο 23%. Το κενό αυτό καλύπτεται από τον ειδικό φόρο κατανάλωσης. Όταν η μέση απόδοση των ειδικών φόρων στον Ο.Ο.Σ.Α. είναι στο 13% επί του συνόλου των φόρων, η Ελλάδα περιμένει από τα καύσιμα, τα καπνικά προϊόντα, ακόμα και από τον ειδικό φόρο στην κινητή τηλεφωνία να εισπράξει το 19% των φορολογικών εσόδων της...
Ενδεικτικά για το 2022 οι έμμεσοι φόροι απέφεραν έσοδα στον κρατικό προϋπολογισμό 33,2 δις με αποτέλεσμα η αναλογία των έμμεσων φόρων ως προς τα συνολικά έσοδα να είναι στο 60%, κάτι το οποίο συμβαίνει για πρώτη φορά την τελευταία 20ετία.
Προβλέψεις και συμπέρασμα
Η πρόβλεψη για το 2023 είναι πως θα υπάρχει αύξηση του εσόδων από έμμεσους φόρους σε σχέση με το 2022 καθώς φαίνεται να υπάρχει αύξηση της κατανάλωσης, και με δεδομένο του ότι αυξάνονται οι ηλεκτρονικές συναλλαγές, συνδυαστικά με την διασύνδεση των ταμειακών μηχανών με τα POS, οι εισπράξεις από τον ΦΠΑ θα είναι ακόμα μεγαλύτερες.
Το συμπέρασμα είναι ότι στην ακραία πληθωριστική πίεση που βιώνουμε, η ιδιαιτερότητα της χώρας να εξαρτάται από την έμμεση φορολογία αποτελεί ένα μεγάλο εμπόδιο στην ανάπτυξή της και την αποκατάσταση της ισορροπίας μεταξύ αμέσων και εμμέσων φόρων. Όμως η τυχόν προσπάθεια μείωσης των έμμεσων φόρων θα προκαλούσε ένα δημοσιονομικό κόστος το οποίο δεν θα μπορούσε να αναπληρωθεί εύκολα ούτε από την συγκράτηση της κατανάλωσης καυσίμων, ούτε από την αύξηση των φορολογικών εσόδων από άλλες πηγές, όπως ο φόρος εισοδήματος.
* Ο Αντώνης Μουζάκης είναι Λογιστής – Φοροτεχνικός Α’ Τάξης, σύμβουλος επιχειρήσεων σε λογιστικά και φορολογικά θέματα και μέλος και φορολογικός συνεργάτης της ΠΟΜΙΔΑ.